Quantcast
Channel: Σοκατζού. Καλώς ήλθατε στο σοκάκι μου....
Viewing all articles
Browse latest Browse all 109

"ΜΕΛΙ", μία κινηματογραφική διαδρομή..

$
0
0



Στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τον Νοέμβριο του 2013 προβλήθηκαν στο πλαίσιο  των βραβείων LUX  του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου τρεις ταινίες εξαιρετικές: ο Εγωιστής γίγαντας , Τα ραγισμένα όνειρα και το Μέλι. Στη αρχή νόμισα ότι το Μέλι ήταν η μία από τις τρεις τούρκικες ταινίες (Αυγό, Γάλα, Μέλι), όμως στη συνέχεια διαπίστωσα ότι ήταν μια ιταλογαλλική έγχρωμη παραγωγή του 2013, σε σκηνοθεσία της Βαλέρια Γκολίνο, βασισμένο στο βιβλίο Viperdono (Σε συγχωρώ) της AngelaDelFabbro, ψευδώνυμο του MauroCovacich. Πρωταγωνιστούν: Τζασμίνε Τρίνκα, ΚάρλοΤσέτσι, ΛίμπεροΝτεΡιέντζο. Διάρκεια:96΄. Διανομή: Strada films

          Η ταινία διαπραγματεύεται ένα κοινωνικό φαινόμενο των καιρών μας, την ευθανασία και αναφέρεται στο δικαίωμα του ανθρώπου να διαλέξει τον θάνατο του, ένα θέμα βιοηθικής. Στους Εσκιμώους και στους ινδιάνους ήταν κοινωνικά θεσμοθετημένο και αποδεκτό οι γέροι και οι ανήμποροι να απομακρύνονται οικειοθελώς από την ομάδα και με στέρηση τροφής να πεθαίνουν, για να μη στερούν το φαγητό από τους νεώτερους. Η πράξη είχε μέσα της την έννοια της θυσίας και του ηρωισμού. Σήμερα η εκκλησία και ιδιαίτερα η καθολική είναι αντίθετη σε αυτή τη θέση, θεωρεί ότι μόνο ο Θεός έχει το δικαίωμα να αφαιρέσει μια ζωή, ότι το επώδυνο τέλος βάζει σε διαδικασία τον άνθρωπο σε σχέση με την πίστη του, όμως είναι πλέον μια παρωχημένη αντίληψη. Δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια μπροστά στο δράμα των ανθρώπων που υποφέρουν από ανίατη αρρώστια. Ο πόνος, το ατελέσφορο της ζωής τους, η επίγνωση της ταλαιπωρίας των ανθρώπων του περιβάλλοντος τους,  τους αναγκάζει σε αναζήτηση τέλους εξω-ιατρικά και εξω-νομικά μιας και η πολιτεία δεν το υποστηρίζει. Ο άνθρωπος δεν έχει το σθένος και την πνευματική αντοχή να υποστεί τον πόνο, ούτε να νιώθει βάρος στο περιβάλλον του. Το θέμα της ευθανασίας δεν είναι πλέον αδιαπραγμάτευτο. Ολοένα και περισσότερο απασχολεί την κοινωνία. Συχνά διαβάζουμε ότι σκότωσε τον/την σύντροφό του που έπασχε από ανίατη αρρώστια και μετά έγινε αυτόχειρας ο/η δράστης. Πράξη αγάπης και θυσίας από το έτερον ήμισυ, υπερέχει το εσύ από το εγώ. Ο αφόρητος και αγιάτρευτος πόνος του ανθρώπου που αγαπάς δεν είναι προσπεράσιμος. Η καταρρακωμένη αξιοπρέπεια που διέπει τη ζωή ενός ανθρώπου καταδικασμένου οδηγεί μετά από δική του προτροπή τους ανθρώπους από το περιβάλλον του να αναζητήσουν λύσεις. Στην ταινία χωρίζεται ένα ζευγάρι, αδελφός από αδελφή, γιος από μάνα με έκδηλο τον συναισθηματικό πόνο των επιζώντων για αυτή τους την απόφαση. Νόμιμη είναι σήμερα η ευθανασία  μόνο σε μία χώρα της Ευρώπης η οποία γίνεται κάτω από νομική διαύγεια και ιατρική επιμέλεια, εκεί όπως διαβάσαμε τελευταία κύριος ενενήντα επτά ετών που έπασχε από ανίατη ασθένεια, πίνοντας σαμπάνια αποχαιρέτησε τους συναγμένους συγγενείς και φίλους, πριν γιατρός του κάνει  την ένεση της ευθανασίας.

            Το κενό της νομοθεσίας αλλά και την αναφυόμενη κοινωνική ανάγκη στις λεγόμενες προηγμένες χώρες έρχεται να καλύψει στην ταινία «Μέλι»,  μια μικρή ομάδα με ένα γιατρό ανάμεσα τους που  σκέφτηκαν να  εκμεταλλευτούν οικονομικώς  τα δεδομένα. Στήνουν λοιπόν  μια επιχείρηση.. ευθανασίας. Το προϊόν έρχεται από το Μεξικό, όπου στα φαρμακεία πουλάνε φάρμακο για την ευθανασία των σκύλων. Η πλοκή στήνεται πάνω στην καθημερινότητα μιας κοπέλας. Μια κοπέλα στα τριάντα της, φοιτήτρια ιατρικής που έχει εγκαταλείψει τις σπουδές της και ζει διπλή ζωή της Ιρένε και της Miele. Είναι το πρόσωπο  που έχει αναλάβει  την προμήθεια του υλικού με μηνιαία ταξίδια στο Μεξικό και την υλοποίηση της πράξης έναντι αδρής αμοιβής. Στην αρχή πιστεύει ότι βοηθά τους ανθρώπους και επιτελεί με συνέπεια το καθήκον της, «είμαι εδώ για να βοηθήσω» διατείνεται  στους πελάτες. Έχοντας τη θύμηση του επώδυνου θανάτου της μητέρας της παρ` ότι επιζητούσε μάταια τη λύτρωση, οδηγήθηκε στην απόφαση να αναλάβει ένα ρόλο άξενο και σκληρό παρέχοντας …. μέλι δηλ ένα γλυκό θάνατο. Σαν μια άλλη Φραγκογιαννού  έρχεται να δώσει αφ εαυτού τη λύση.. Αισθάνεται ότι κάνει το καθήκον της στην κοινωνία ή ετεροχρονισμένα απέναντι στην μητέρα της. Μαζί με το σκεύασμα που οδηγεί στο θάνατο, παρέχει κι άλλα φάρμακα, για να γίνει όσο πιο ανώδυνο για τον άρρωστο. Στέκεται δίπλα τους με σοβαρότητα και σεβασμό δίνοντας οδηγίες, βάζει να ακούνε την μουσική που αγαπούν, αποκρύπτει τα σημάδια ενοχοποίησης, απαντά στις απορίες τους, στηρίζει τους συγγενείς, στηρίζει την ψευδαίσθηση της ότι επιτελεί κοινωνικό έργο βοηθώντας τους να πεθαίνουν «γλυκά».  Δεν είναι τυχαίο που διαλέγει το ψευδώνυμο Μέλι. Μετά από κάθε συμβάν τρέχει στη θάλασσα να εξαγνιστεί, να καθαρθεί από την ένταση, να ανανεωθεί, σα να κολυμπά στο αμνιακό υγρό. Κάνει ποδήλατο, κάνει έρωτα, ακούει μουσική.. ζει έντονα. Φαίνεται να παλεύει με κάτι.. να τη βασανίζει κάτι,  ίσως η θλίψη του χαμού της μητέρας της ή ο φόβος του θανάτου όμοιος με αυτόν της μάνας της, παθαίνει πανικούς.  Όταν ο επόμενος πελάτης είναι κάποιος υγιέστατος, μορφωμένος και καλλιεργημένος κύριος που αποζητά την αυτοκτονία, γιατί δεν έχει λόγο ύπαρξης, τα έχει ζήσει όλα και νιώθει βαριεστημένος, αρνείται να τον βοηθήσει. Μέσα στο στρόβιλο της εκμετάλλευσης εμφανίζεται η έγνοια, η συμπόνια, το μέλημα για τον συνάνθρωπο από την πρωταγωνίστρια. Στην προσπάθεια της να τον αποτρέψει μέσα από τις συζητήσεις τους αντιλαμβάνεται μαζί του ότι το όλο θέμα είναι μια ψυχρά καλοστημένη επιχείρηση, αφού η παροχή υπηρεσιών γίνεται έναντι αδρής αμοιβής, άρα δεν έχει κοινωνική υπόσταση. Απευθύνεται σε πλούσιους άρα ο φτωχός είναι εκτός του πλαισίου της… προσφοράς. Η συναναστροφή μαζί του την κάνει να καταλάβει ότι το κοινωνικό έργο δεν παρέχεται με λεφτά. «Βρωμοδουλειά κάνεις» της σχολιάζει όλο οίκτο η αδελφή υποψήφιου. Σιγά σιγά με το κλάμα και την εξομολόγηση έρχεται η συνειδητοποίηση και η κάθαρση, συγχωρεί τον εαυτό της και αυτούς που δεν βοήθησαν τη μάνα της. Κατά βάση η ίδια φοβάται το θάνατο και παίζει μαζί του.  «Όσους βοηθάω να πεθάνουν κανείς δεν θέλει, όμως δεν είναι ζωή αυτό που βιώνουν και καταλήγουν σε αυτήν την επιλογή» λέει χαρακτηριστικά η πρωταγωνίστρια φέρνοντας στην επιφάνεια τους κρυμμένους ενδοιασμούς της. 

           Η ταινία αποτελεί έναυσμα προβληματισμού για το δικαίωμα στην επιλογή, στην ελεύθερη διάθεση πάνω σε ένα θέμα που υπάρχει είτε το θέλουμε είτε όχι. Δεν τοποθετείται και δεν ηθικολογεί, αφήνει ελεύθερο τον θεατή να σκεφθεί σε πρώτο επίπεδο το δικαίωμα της επιλογής του θανάτου  από έναν ανίατα άρρωστο και σε δεύτερο το θέμα της αυτοκτονίας από έναν οποιονδήποτε που θέλει ο ίδιος να ορίσει το τέλος του. Ο θεατής εγκαταλείπει την αίθουσα, το θέμα όμως της ταινίας το κουβαλά μαζί του.

 «Ο μοναδικός σκοπός χάριν του οποίου νομιμοποιείται το κράτος να περιορίσει την ελευθερία του ατόμου παρά τη θέλησή του τελευταίου είναι για να αποτρέψει τη βλάβη σε άλλα άτομα. Δεν νομιμοποιείται όμως το κράτος να περιορίσει την ελευθερία του ατόμου για το «δικό του καλό» (σωματικό ή ηθικό). Δεν δικαιούται να το υποχρεώσει να κάνει ή να μην κάνει κάτι διότι υποτίθεται πως έτσι θα είναι καλύτερα γι’ αυτό ή διότι θα το κάνει ευτυχέστερο ή γιατί σύμφωνα με κάποιους έτσι είναι «πιο σωστό» ή «πιο σοφό». Το άτομο είναι κυρίαρχο πάνω στον εαυτό του, πάνω στο σώμα του και στο μυαλό του». JohnStuart, «Περί ελευθερίας». 1859


       Παρά τους ενδοιασμούς του νομικού πλαισίου, για να προχωρήσει στη θεσμοθέτηση και την νομιμοποίηση της ευθανασίας, μας δίνεται το μήνυμα ότι, όπου υπάρχουν ανάγκες στην κοινωνία που η πολιτεία δεν τις καλύπτει, όλο και κάποιοι  επιτήδειοι θα εμφανιστούν, για να καλύψουν το κενό. Και αυτό συμβαίνει σε κάθε πτυχή της ζωής, ιδιαίτερα στην πολιτική.

Viewing all articles
Browse latest Browse all 109

Trending Articles